English Greek Dictionary

English - ελληνικά

that in Greek:

1. ότι


Νομίζω ότι ήταν θυμωμένος.
Είναι τόσο εύπιστη που θα πιστέψει ό,τι κι αν της πεις.
Το μόνο που ξέρω είναι ότι έφυγε την περασμένη εβδομάδα.

Greek word "that"(ότι) occurs in sets:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 1 - 50
Και,ή,αλλά,οπότε - And, or, but, so