English Greek Dictionary

English - ελληνικά

fix in Greek:

1. επιδιορθώνω επιδιορθώνω



2. τοποθετώ και στερεώνω τοποθετώ και στερεώνω



Greek word "fix"(τοποθετώ και στερεώνω) occurs in sets:

LK2.-2A - LK2.13A

3. επισκευάζω



Greek word "fix"(επισκευάζω) occurs in sets:

M 7b. 65- 7b. 86